Οφέλη και κίνδυνοι για την υγεία από την απώλεια βάρους
Βραχυχρόνιες μελέτες έχουν δείξει σαφή οφέλη από μια μέτρια απώλεια βάρους στις περισσότερες από τις σχετιζόμενες με την παχυσαρκία καταστάσεις. Ως μέτρια απώλεια βάρους ορίζεται μια απώλεια μέχρι και 10% του βάρους. Ωστόσο με ισορροπημένο διαιτολόγιο και αργό ρυθμό 2,5-3 κιλά το μήνα μπορεί η απώλεια να είναι και 20-30 κιλά, οπότε τότε μιλάμε για εκτεταμένη απώλεια βάρους.
Στοιχεία από πολλές μελέτες έδειξαν ότι μια μέτρια απώλεια βάρους βελτιώνει τον γλυκαιμικό έλεγχο και την ευαισθησία στην ινσουλίνη (στη ρύθμιση του διαβήτη) και μειώνει την αρτηριακή πίεση και τα επίπεδα χοληστερίνης. Μέτρια απώλεια βάρους βελτιώνει επίσης την πνευμονική λειτουργία και την αναπνοή, μειώνει τη συχνότητα της υπνικής άπνοιας, βελτιώνει την ποιότητα του ύπνου και μειώνει την ημερήσια υπνηλία. Παρόλα αυτά, ο βαθμός βελτίωσης συχνά εξαρτάται από τον χρόνο παρουσίας της κατάστασης. Ας δούμε λίγο πιο αναλυτικά την επίδραση σε συγκεκριμένες χρόνιες παθήσεις, που συνήθως «συνοδεύουν» την παχυσαρκία:
Επίδραση της απώλειας βάρους σε χρόνιες παθήσεις
- Καρδιαγγειακές παθήσεις και υπέρταση:
Η απώλεια βάρους σε υπέρβαρα άτομα έχει αποδειχθεί ότι ελαττώνει τη συσσώρευση των ερυθρών αιμοσφαιρίων και της ινωδολυτικής ικανότητας (βοηθά ώστε να προλαμβάνονται θροβμωτικά επεισόδια, όπως είναι το έμφραγμα του μυοκαρδίου). Η αρτηριακή πίεση ελαττώνεται αλλά σημαντικές αλλαγές μπορεί να προέλθουν ακόμα και από διατροφικούς περιορισμούς, όπως η μείωση της πρόσληψης νατρίου και κορεσμένων λιπαρών, ο περιορισμός της υπερκατανάλωσης οινοπνευματωδών μαζί με τη διακοπή του καπνίσματος και την αύξηση της ισοτονικής άσκησης.
- Δυσλιπιδαιμία:
Τα επίπεδα των λιπιδίων του αίματος που σχετίζονται με την παχυσαρκία και συγκεκριμένα, αυξημένα τριγλυκερίδια, αυξημένη χοληστερίνη και χαμηλή HDL – χοληστερίνη, αναμένεται επίσης να επανέλθουν σε φυσιολογικά επίπεδα μετά από μέτρια απώλεια βάρους. Μια απώλεια σωματικού βάρους 10 kg, μπορεί να προκαλέσει μείωση κατά 10% στα επίπεδα της ολικής χοληστερίνης, κατά 15% στα επίπεδα της LDL χοληστερίνης και κατά 30% στα τριγλυκερίδια και αύξηση κατά 8% στα επίπεδα της HDL – χοληστερίνης.
- Σακχαρώδης διαβήτης και αντίσταση στην ινσουλίνη:
Μελέτες απώλειας βάρους σε ασθενείς με NIDDM (μη ινσουλινοεξαρτώμενος τύπος διαβήτη) έχουν επανειλημμένα δείξει ότι μείωση βάρους κατά 10%-20% σε παχύσαρκα άτομα με NIDDM έχει ως αποτέλεσμα σημαντική βελτίωση του γλυκαιμικού ελέγχου και της ευαισθησίας στην ινσουλίνη. Ωστόσο, δεν αντιδρούν με βελτίωση των μεταβολικών παραμέτρων όλοι οι ασθενείς που χάνουν βάρους. Η American Diabetes Association συστήνει αερόβια γυμναστική μέτριας έντασης σε συνδυασμό με διατροφικό ενεργειακό περιορισμό.
- Λειτουργία των ωοθηκών:
Μια απώλεια βάρους της τάξης του 5% ή περισσότερο κατά τη διάρκεια της διαιτητικής αγωγής μπορεί να βελτιώσει την ωοθηκική λειτουργία στις υπέρβαρες και παχύσαρκες γυναίκες με δασυτριχισμό και πολυκυστικές ωοθήκες.
Ωστόσο κρίνεται σκόπιμο να κάνουμε τον διαχωρισμό σωστής διατροφής και υγιεινής απώλειας βάρους αντί για γρήγορες-εξουθενωτικές δίαιτες (fast diets) και γρήγορης απώλειας. Οι αυστηρές δίαιτες έχουν αναρίθμητες ψυχολογικές συνέπειες, συμπεριλαμβανομένων της κατάθλιψης, της νευρικότητας και της ευερεθιστότητας.
Εκτός, όμως, από την ψυχοκοινωνική λειτουργία ενέχονται κίνδυνοι για την υγεία από την απώλεια βάρους, ιδιαίτερα εάν αυτή είναι απότομη – γρήγορη και προέρχεται από μη ισορροπημένα ή ακραία διαιτητικά σχήματα.
Ενδεικτικά θα αναφέρουμε κάποιους κινδύνους για την μη ελεγχόμενη απώλεια βάρους:
Η απώλεια βάρους από εξουθενωτική δίαιτα μπορεί να προκαλέσει οξέα επεισόδια ουρικής αρθρίτιδας.
Γυναίκες οι οποίες χάνουν 4-10 kg βάρους έχουν 44% αυξημένο κίνδυνο για κλινικά εμφανή χολολιθίαση. Οι προεμμηνοπαυσικές γυναίκες διατρέχουν ιδιαίτερο κίνδυνο λόγω της αυξημένης έκκρισης χοληστερίνης στα χοληφόρα, που οφείλεται στην παρουσία των οιστρογόνων.
Τέλος, μείωση της οστικής πυκνότητας, που είναι συνήθως αυξημένη στα παχύσαρκα άτομα, ενώ ελαττώνεται μετά την απώλεια βάρους.